
Το φθινόπωρο φέτος, θυμίζει κάτι από τα παλιά.
Πρωτοβρόχια και μυρωδιά από νοτισμένο χώμα, με φόντο έναν μουντό συννεφιασμένο ουρανό. Αλλάζουν οι οσμές και τα χρώματα. Το πράσινο δίνει την θέση του στο καφέ.
Οι αναμνήσεις με κατακλύζουν καθώς χαζεύω το Ρέθυμνο να αλλάζει πρόσωπο. Τα βιβλιοπωλεία ξεχείλισαν από πιτσιρίκια που ψωνίζουν τα χαρτικά τους. Σχεδόν μυρίζω την καινουγρίλα από τα μολύβια και τις γόμες. Οι φοιτητές επιστρέφουν ή πρωτοέρχονται στην πρώτη τους προσωπική κατοικία. Οι τουρίστες λιγοστεύουν και τα μπαράκια δίνουν την θέση τους στα ρακάδικα.
Πότε πρόλαβα από την Άνοιξή μου, να περάσω στο Καλοκαίρι και τώρα να προχωρώ καλά μέσα στο Φθινόπωρό μου; Έρχεται η συνειδητοποίηση μιας άλλης Άνοιξης, αυτής των βλασταριών μου, να απαλύνει την νοσταλγία.
Πρωτοβρόχια και μυρωδιά από νοτισμένο χώμα, με φόντο έναν μουντό συννεφιασμένο ουρανό. Αλλάζουν οι οσμές και τα χρώματα. Το πράσινο δίνει την θέση του στο καφέ.
Οι αναμνήσεις με κατακλύζουν καθώς χαζεύω το Ρέθυμνο να αλλάζει πρόσωπο. Τα βιβλιοπωλεία ξεχείλισαν από πιτσιρίκια που ψωνίζουν τα χαρτικά τους. Σχεδόν μυρίζω την καινουγρίλα από τα μολύβια και τις γόμες. Οι φοιτητές επιστρέφουν ή πρωτοέρχονται στην πρώτη τους προσωπική κατοικία. Οι τουρίστες λιγοστεύουν και τα μπαράκια δίνουν την θέση τους στα ρακάδικα.

Μιας Άνοιξης που ανθίζει μέσα στο φθινόπωρο.
Στο σπίτι μας «εισβάλουν» τσάντες, μαρκαδόροι που βγαίνουν με νερό και παγουρίνια. Η εποχή στο ημερολόγιο αλλάζει και βρίσκει τα μικρά μου, να περπατούν, με μικρές τσάντες στον ώμο, για το σχολείο… Βλέπετε, είμαστε κοντά δυόμιση χρονών και ξεκινήσαμε τον παιδικό σταθμό.
Φορτώσαμε στην τσάντα μας από μια αλλαξιά ρούχα (για κάθε περίπτωση, μια που δεν φοράμε πια πάνες…), το αγαπημένο μας παγουρίνι με νερό και ένα παιχνίδι, έτσι για συντροφιά και παρηγοριά. Να έχουν κάτι που να τους θυμίζει άμεσα το σπίτι τους.
Φορτώσαμε στην τσάντα μας από μια αλλαξιά ρούχα (για κάθε περίπτωση, μια που δεν φοράμε πια πάνες…), το αγαπημένο μας παγουρίνι με νερό και ένα παιχνίδι, έτσι για συντροφιά και παρηγοριά. Να έχουν κάτι που να τους θυμίζει άμεσα το σπίτι τους.
Την πρώτη εβδομάδα, είχαμε την φάση της …εξοικείωσης. 
Ξεκίνησαν με ανυπομονησία για αυτό το περίφημο «σχολείο», με το οποίο τα ενθουσιάζαμε εδώ και περισσότερο από ένα μήνα. Όπως το είχαμε προσχεδιάσει, πέτυχαν τα παιδιά του τμήματος τους, στο διάλλειμα να παίζουν στην αυλή. Δεν άργησαν να απορροφηθούν από το παιχνίδι.
«Φύγετε, και ξαναελάτε σε καμιά ώρα.» λέει η νηπιαγωγός, καθώς βλέπει ότι οι φόβοι της καλής μου, ήταν τελείως αβάσιμοι.
Έτσι και έγινε. Είχαν τα τηλέφωνά μας, για να μας πάρουν αν κάτι προέκυπτε. Δεν προέκυψε όμως τίποτα. Το αντίθετο μάλιστα. Μια ώρα αργότερα, όταν πήγε να τα πάρει η μητέρα τους,
είχε περισσότερο την αίσθηση ότι τα ενοχλούσε, διακόπτοντας το παιχνίδι τους.
Την επόμενη μέρα, οι ώρες προσαρμογής έγιναν δύο. Μάλλον τότε, αγγίξαμε τα όρια του Ερμή, γιατί παρόλο που έπαιζε ευδιάθετος, μόλις αντίκρισε την μαμά του, έτρεξε πήρε την τσάντα του φωνάζοντας «έλα Χουλούνα, η μαμά!» (όπου «Χουλούνα» βλέπε Χαρούλα).
Την τρίτη μέρα τα παιδιά τα πήγε η Μαρία, η κυρία που μας τα φρόντιζε τα πρωινά και που τώρα αναλαμβάνει τα απογεύματά μας. Ο Ερμής άρχισε τις ενστάσεις «όχι χιλίο(σχολείο), πάρκο! Όχι χιλίο(σχολείο), πάρκο» με την μικρή «σπασίκλω» να αντιτείνει «όχι πάρκο, χιλίο(σχολείο)! Όχι πάρκο, χιλίο(σχολείο)!»
Πέρασαν και οι τρεις ώρες προσαρμογής. Αν και στην αρχή ο Ερμής έκλαιγε, πολύ γρήγορα ενσωματώθηκε στην ρουτίνα και απολάμβανε τις δραστηριότητες. Η μικρή μου, από την άλλη, λες και γεννήθηκε για το «σχολείο».
Μετά τις πρώτες μέρες εξοικείωσης, ήρθε ο καιρός για το μεγάλο βήμα.
Δευτέρα πρωί, η Μαρία δεν θα ερχόταν στις 8:00, αλλά στις 3:00 το μεσημέρι.
Αφού ήπιαμε το γάλα μας, ντυθήκαμε και φορτωθήκαμε τις τσάντες μας. Ήμασταν για φωτογραφία. Η μόνη «παραφωνία» οι ενστάσεις του μικρού μου.
«Δεν θέλω χιλίο(σχολείο)!» διαμαρτυρόταν ακολουθώντας μας, με στυλ τραβάτε και ας κλαίω. Είχαμε την πλάκα μας. Μια ιδιόμορφη έκδοση των Dalton… εγώ να κρατάω από το χέρι τον Ερμή που διαμαρτυρόταν και η μαμά, με την «Χουλούνα» που έδειχνε ενθουσιασμένη αντιτείνοντας στη γκρίνια του Ερμή «Θέλω χιλίο(σχολείο)».
Το μεσημέρι, τα παιδιά τα πήρε από το σχολείο η μαμά τους. Ο μικρός κατά περιόδους μας αναζητούσε, μόλις όμως ξεκινούσε κάποια δραστηριότητα συμμετείχε με ενθουσιασμό. Η μικρή, τους εντυπωσίασε όλους με την αυτονομία της. Έφαγαν κιόλα!
Η καινούργια καθημερινότητα, συνεχίστηκε με την μεσημεριανή σιέστα. Τα μωρά μου,
εξουθενωμένα από το γεμάτο δράση πρωινό, κοιμήθηκαν κοντά στις δύο ώρες. Μετά από την απογευματινή βόλτα ήρθε η μοναδική ρουτίνα των τελευταίων εβδομάδων που με τίποτα δεν θα θέλαμε να αλλάξει. Αυτή του βραδινού ύπνου. Αφού κάναμε τα μπάνια μας, ήπιαμε το γάλα μας, εισπράξαμε την καλύτερη αμοιβή για τους κόπους της ημέρας. Δύο γλυκά φιλάκια από το καθένα και μια υπέροχη «καληνύχτα».
Κάθε μέρα που περνά, οι διαμαρτυρίες του μικρού μου περιορίζονται. Δεν διαπραγματευόμαστε ούτε λεπτό, τον ενθουσιασμό που προσπαθούμε να τους εμφυσήσουμε. Ακόμα και όταν βουρκώνει ο μικρός μου, στο κατώφλι του παιδικού, και νιώθω την καρδούλα του να χτυπά σαν τρελή στο στήθος του, τα φιλώ στα πεταχτά και φεύγω αφήνοντας τα στην
παρέα των … «συμμαθητών τους».
Μια φορά έκανα το λάθος και έπιασα την κουβέντα στην πόρτα με την δασκάλα τους και άκουγα τα κλάματα του Ερμή, για πολλά ατελείωτα βήματα, όπως έφευγα. Καλύτερα να μην «μπερδεύουν» τους χώρους και τους ρόλους. Στο σχολείο δεν είναι με τον μπαμπά ή την μαμά, είναι με τα άλλα παιδάκια-συμμαθητές τους και τις δασκάλες-νηπιαγωγούς τους.
Θυμάμαι την ιστορία μιας φίλης που στενοχωριόταν επειδή ο μικρός της μόλις τον πήγε στο σταθμό εγκλιματίστηκε λες και είχε φτιαχτεί για τον παιδικό.
«Σαν να βρήκε την ευτυχία του. Λες και στο σπίτι τον …βασανίζουμε… Έριξα όλο το δάκρυ και για τους δυό μας!» μου παραπονιόταν.
Είμαστε άπεχτοι εμείς οι γονείς! Όταν κλαίει, «γιατί κλαίει, μήπως του δημιουργήσουμε ψυχολογικό τραύμα;». Όταν δεν κλαίει «γιατί δεν κλαίει, μήπως δεν μας αγαπάει;»
Για να γυρίσουμε στην δική μας ιστορία, τα πράγματα αντιστράφηκαν την δεύτερη εβδομάδα, με τα δίδυμα σταδιακά να αλλάζουν ρόλους. Ο μικρός Ερμής συνέχισε να μειώνει τις διαμαρτυρίες του. Σε αντίθεση με την Χαρούλα που ξεκίνησε την επανάστασή της με μια βδομάδα καθυστέρηση.
Κατεβαίναμε πρωί-πρωί ντυμένοι στολισμένοι, με τις τσαντούλες μας στον ώμο και ξαφνικά
άρχιζε «αγκαλιά μπαμπά.. αγκαλιά μπαμπά!», μπαίνοντας μπροστά από τα πόδια μου, κλείνοντας μου το δρόμο, κρεμασμένη από το μπατζάκι μου. Στην αρχή την πάτησα και την πήρα αγκαλιά. Γρήγορα όμως συνειδητοποίησα ότι η μικρή μου, με τον δικό της τρόπο, μου έδειχνε ότι τελικά ούτε εκείνη δεν θέλει «χιλίο»(σχολείο). Κάπου το είχα διαβάσει, τα παιδιά που στην αρχή ενθουσιάζονται με τον παιδικό σταθμό, ενδέχεται σύντομα να αλλάξουν άρδην την άποψή τους. Μπορεί στην αρχή να είχαν ενθουσιαστεί στην ιδέα, νομίζοντας ότι θα πάνε σε κάποιο παιδότοπο ή πάρκο. Στην πορεία όμως, συνειδητοποιούν ότι βρίσκονται σε κάποιο χώρο, μακριά από τους γονείς τους για κάποιες ώρες. Το τελευταίο είναι που δεν τους αρέσει. Ακόμα και αν διασκεδάζουν όσο είναι εκεί. Στο προστάδιο, αυτό της διαδρομής προς τον παιδικό, η ιδέα του αποχωρισμού, τα στενοχωρεί.
Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με την γυναίκα που μας βοηθά στο σπίτι. Όσο είμαστε εμείς εκεί, γκρινιάζουν, φωνάζουν, κάνουν ζημιές. Με λίγα λόγια, μας διεκδικούν. Μόλις φύγουμε, μεταμορφώνονται. Παίζουν ήρεμα με τα παζλ, τα κουκλάκια τους, χαζεύουν DVD, τραγουδάνε τραγουδάκια χτυπώντας τα πλήκτρα του πιάνου. Είναι λογικό. Όταν μπορούν να έχουν την αγκαλιά της μαμάς ή του μπαμπά δεν συμβιβάζονται για τίποτα λιγότερο. Και καλά κάνουν. Όπως καλά θα κάνουμε να το συνειδητοποιήσουμε και εμείς.
Μόλις φτάνουμε στον παιδικό, δεν τους βάζουμε σε δίλημμα. Τα χαιρετάμε και τα εμπιστευόμαστε στην αγκαλιά του σχολείου τους.
Η Χαρούλα, μετά από μια δυό μέρες κρεμασμένη από το χέρι μου, για ένα μέρος της διαδρομής, κατάλαβε ότι δεν έχει να κερδίσει τίποτα, και το πήρε και αυτή απόφαση.
Ήδη, διανύουμε την τέταρτη εβδομάδα παιδικού σταθμού και κάθε σήμερα είναι και καλύτερα. Αν εξαιρέσουμε την κακοφωνία του βήχα και της μύξας, που αποκτήσαμε ακόμα δεν αρχίσαμε, όλα τα άλλα, ο ύπνος, η όρεξη για φαγητό και για παιχνίδι είναι καλύτερα.
Το κρυολόγημα το περίμενα. Το λέω στο ιατρείο στους γονείς που ξεκινούν παιδικό και ως συνήθως, ότι λέω στο ιατρείο το …λούζομαι στο σπίτι. Περισσότερα όμως σε επόμενο ποστ.
Κάτι σε στυλ “to be continued…”.

Ξεκίνησαν με ανυπομονησία για αυτό το περίφημο «σχολείο», με το οποίο τα ενθουσιάζαμε εδώ και περισσότερο από ένα μήνα. Όπως το είχαμε προσχεδιάσει, πέτυχαν τα παιδιά του τμήματος τους, στο διάλλειμα να παίζουν στην αυλή. Δεν άργησαν να απορροφηθούν από το παιχνίδι.
«Φύγετε, και ξαναελάτε σε καμιά ώρα.» λέει η νηπιαγωγός, καθώς βλέπει ότι οι φόβοι της καλής μου, ήταν τελείως αβάσιμοι.
Έτσι και έγινε. Είχαν τα τηλέφωνά μας, για να μας πάρουν αν κάτι προέκυπτε. Δεν προέκυψε όμως τίποτα. Το αντίθετο μάλιστα. Μια ώρα αργότερα, όταν πήγε να τα πάρει η μητέρα τους,

Την επόμενη μέρα, οι ώρες προσαρμογής έγιναν δύο. Μάλλον τότε, αγγίξαμε τα όρια του Ερμή, γιατί παρόλο που έπαιζε ευδιάθετος, μόλις αντίκρισε την μαμά του, έτρεξε πήρε την τσάντα του φωνάζοντας «έλα Χουλούνα, η μαμά!» (όπου «Χουλούνα» βλέπε Χαρούλα).
Την τρίτη μέρα τα παιδιά τα πήγε η Μαρία, η κυρία που μας τα φρόντιζε τα πρωινά και που τώρα αναλαμβάνει τα απογεύματά μας. Ο Ερμής άρχισε τις ενστάσεις «όχι χιλίο(σχολείο), πάρκο! Όχι χιλίο(σχολείο), πάρκο» με την μικρή «σπασίκλω» να αντιτείνει «όχι πάρκο, χιλίο(σχολείο)! Όχι πάρκο, χιλίο(σχολείο)!»
Πέρασαν και οι τρεις ώρες προσαρμογής. Αν και στην αρχή ο Ερμής έκλαιγε, πολύ γρήγορα ενσωματώθηκε στην ρουτίνα και απολάμβανε τις δραστηριότητες. Η μικρή μου, από την άλλη, λες και γεννήθηκε για το «σχολείο».
Μετά τις πρώτες μέρες εξοικείωσης, ήρθε ο καιρός για το μεγάλο βήμα.
Δευτέρα πρωί, η Μαρία δεν θα ερχόταν στις 8:00, αλλά στις 3:00 το μεσημέρι.

«Δεν θέλω χιλίο(σχολείο)!» διαμαρτυρόταν ακολουθώντας μας, με στυλ τραβάτε και ας κλαίω. Είχαμε την πλάκα μας. Μια ιδιόμορφη έκδοση των Dalton… εγώ να κρατάω από το χέρι τον Ερμή που διαμαρτυρόταν και η μαμά, με την «Χουλούνα» που έδειχνε ενθουσιασμένη αντιτείνοντας στη γκρίνια του Ερμή «Θέλω χιλίο(σχολείο)».
Το μεσημέρι, τα παιδιά τα πήρε από το σχολείο η μαμά τους. Ο μικρός κατά περιόδους μας αναζητούσε, μόλις όμως ξεκινούσε κάποια δραστηριότητα συμμετείχε με ενθουσιασμό. Η μικρή, τους εντυπωσίασε όλους με την αυτονομία της. Έφαγαν κιόλα!
Η καινούργια καθημερινότητα, συνεχίστηκε με την μεσημεριανή σιέστα. Τα μωρά μου,

Κάθε μέρα που περνά, οι διαμαρτυρίες του μικρού μου περιορίζονται. Δεν διαπραγματευόμαστε ούτε λεπτό, τον ενθουσιασμό που προσπαθούμε να τους εμφυσήσουμε. Ακόμα και όταν βουρκώνει ο μικρός μου, στο κατώφλι του παιδικού, και νιώθω την καρδούλα του να χτυπά σαν τρελή στο στήθος του, τα φιλώ στα πεταχτά και φεύγω αφήνοντας τα στην

Μια φορά έκανα το λάθος και έπιασα την κουβέντα στην πόρτα με την δασκάλα τους και άκουγα τα κλάματα του Ερμή, για πολλά ατελείωτα βήματα, όπως έφευγα. Καλύτερα να μην «μπερδεύουν» τους χώρους και τους ρόλους. Στο σχολείο δεν είναι με τον μπαμπά ή την μαμά, είναι με τα άλλα παιδάκια-συμμαθητές τους και τις δασκάλες-νηπιαγωγούς τους.
Θυμάμαι την ιστορία μιας φίλης που στενοχωριόταν επειδή ο μικρός της μόλις τον πήγε στο σταθμό εγκλιματίστηκε λες και είχε φτιαχτεί για τον παιδικό.
«Σαν να βρήκε την ευτυχία του. Λες και στο σπίτι τον …βασανίζουμε… Έριξα όλο το δάκρυ και για τους δυό μας!» μου παραπονιόταν.
Είμαστε άπεχτοι εμείς οι γονείς! Όταν κλαίει, «γιατί κλαίει, μήπως του δημιουργήσουμε ψυχολογικό τραύμα;». Όταν δεν κλαίει «γιατί δεν κλαίει, μήπως δεν μας αγαπάει;»
Για να γυρίσουμε στην δική μας ιστορία, τα πράγματα αντιστράφηκαν την δεύτερη εβδομάδα, με τα δίδυμα σταδιακά να αλλάζουν ρόλους. Ο μικρός Ερμής συνέχισε να μειώνει τις διαμαρτυρίες του. Σε αντίθεση με την Χαρούλα που ξεκίνησε την επανάστασή της με μια βδομάδα καθυστέρηση.
Κατεβαίναμε πρωί-πρωί ντυμένοι στολισμένοι, με τις τσαντούλες μας στον ώμο και ξαφνικά

Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με την γυναίκα που μας βοηθά στο σπίτι. Όσο είμαστε εμείς εκεί, γκρινιάζουν, φωνάζουν, κάνουν ζημιές. Με λίγα λόγια, μας διεκδικούν. Μόλις φύγουμε, μεταμορφώνονται. Παίζουν ήρεμα με τα παζλ, τα κουκλάκια τους, χαζεύουν DVD, τραγουδάνε τραγουδάκια χτυπώντας τα πλήκτρα του πιάνου. Είναι λογικό. Όταν μπορούν να έχουν την αγκαλιά της μαμάς ή του μπαμπά δεν συμβιβάζονται για τίποτα λιγότερο. Και καλά κάνουν. Όπως καλά θα κάνουμε να το συνειδητοποιήσουμε και εμείς.

Μόλις φτάνουμε στον παιδικό, δεν τους βάζουμε σε δίλημμα. Τα χαιρετάμε και τα εμπιστευόμαστε στην αγκαλιά του σχολείου τους.
Η Χαρούλα, μετά από μια δυό μέρες κρεμασμένη από το χέρι μου, για ένα μέρος της διαδρομής, κατάλαβε ότι δεν έχει να κερδίσει τίποτα, και το πήρε και αυτή απόφαση.
Ήδη, διανύουμε την τέταρτη εβδομάδα παιδικού σταθμού και κάθε σήμερα είναι και καλύτερα. Αν εξαιρέσουμε την κακοφωνία του βήχα και της μύξας, που αποκτήσαμε ακόμα δεν αρχίσαμε, όλα τα άλλα, ο ύπνος, η όρεξη για φαγητό και για παιχνίδι είναι καλύτερα.
Το κρυολόγημα το περίμενα. Το λέω στο ιατρείο στους γονείς που ξεκινούν παιδικό και ως συνήθως, ότι λέω στο ιατρείο το …λούζομαι στο σπίτι. Περισσότερα όμως σε επόμενο ποστ.
Κάτι σε στυλ “to be continued…”.

Να είστε όλοι καλά, και τα παιδιά μας καλύτερα.